21/3/13

Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ, "Οὐκ ἔξεστιν ἡμῖν τοῖς Ἐπισκόποις ἀποκαλεῖν τούς αἱρετικούς ἀξίους ἤ καί ἔχοντας Ἀποστολικήν διαδοχήν"

Εἰσηγητική ὁμιλία τοῦ Σεβ.Μητροπολίτου Κυθήρων κ.Σεραφείμ εἰς τήν Θεολογικήν Ἡμερίδα τοῦ Πανελληνίου Χριστιανικοῦ Ὁμίλου Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολῆς. (Αἴθουσα «Παρνασσός» 14 Μαρτίου 2013)
Πανοσιολογιώτατε ἐκπρόσωπε τοῦ Μακ. Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ.Ἱερωνύμου
Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἅγιοι Πατέρες,
Ἐλλογιμώτατοι κ.κ. Καθηγηταί τῶν Πανεπιστημίων
Κυρία Πρόεδρε μετά τῶν Μελῶν τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τοῦ Πανελληνίου Χριστιανικοῦ Ὁμίλου Ὀρθοδόξου Ἱεραποστολῆς
Ἀγαπητοί μου Ἀδελφοί,
Εὐλογημένο τό Ἱερό Τριῴδιο καί χαριτόδωρος ἄς εἶναι
ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή∙
Συναχθήκαμε σήμερα ἐν Ὀνόματι Κυρίου, στό μέσον τῆς τρίτης ἑβδομάδος τοῦ Ἱεροῦ καί κατανυκτικοῦ Τριῳδίου, γιά τήν μελέτη καί ἐποικοδομητική προσέγγισι ἑνός βασικοῦ, καιρίου καί ἐπικαίρου θεολογικοῦ καί ἐκκλησιολογικοῦ θέματος.


Θά μοῦ ἐπιτρέψετε πρίν ἀναφερθῶ δι᾽ ὀλίγων εἰσαγωγικῶς εἰς αὐτό νά προβῶ στήν ἑξῆς ἐπισήμανσι :

Δέν ξέρω πόσοι ἀπό μᾶς τούς Ὀρθοδόξους πιστούς, πού ἀποτελοῦμε τό Ὀρθόδοξο Χριστιανικό Πλήρωμα, καί πόσο, καί σέ ποιό βαθμό ἐνοιώσαμε ἤ καί ἐβιώσαμε στό τέλος τῆς δεύτερης μ.Χ. χιλιετίας μιά μεγάλη ἀλήθεια, ἕνα ἀπό τά πιό σημαντικά γεγονότα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας βίου, τόν μεγαλύτερο ἴσως θρίαμβο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ στή μακραίωνη πορεία της. Ἕνα θρίαμβο, πού τίς πραγματικές διαστάσεις του, καθώς ζοῦμε στούς ταραγμένους καί συγκεχυμένους καιρούς μας καί τούς ταχεῖς ρυθμούς των, δέν ἔχουμε ἀκόμη συνειδητοποιήσει.

Ὁ θρίαμβος αὐτός σημειώθηκε στίς χῶρες ὅπου γιά πολλές δεκαετίες τό πονηρό ὀνομάζονταν καλό καί τό καλό πονηρό, τό σκοτάδι θεωρήθηκε ὡς φῶς καί τό φῶς σκοτάδι, τό πικρό παρουσιάσθηκε ὡς γλυκύ καί τό γλυκύ πικρό,[1] τό ψεῦδος χαρακτηρίσθηκε ὡς ἀλήθεια καί ἡ ἀλήθεια ψεῦδος, κατά τόν μεγαλοφωνότατον τῶν Προφητῶν Ἡσαΐαν. Ἐκεῖ ὅπου ἡ ἀθεΐα ἔγινε νόμος καί ἡ θεοπαράδοτη χριστιανική πίστις λογίσθηκε ἀνοησία καί παρανομία, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία σύρθηκε ὑβριζομένη στά δικαστικά ἕδρανα, ὡδηγήθηκε ταπεινωμένη στήν ἐξορία καί καρφώθηκε καθημαγμένη στόν πιό φρικτό καί ἐπώδυνο σταυρό, πού γνώρισε στή δισχιλιετῆ ἱστορική διαδρομή της. Οἱ διωγμοί τῆς πίστεως στά ὁλοκληρωτικά καθεστῶτα τοῦ βορρᾶ ἦταν οἱ πιό μεγάλοι σέ ἔντασι καί διάρκεια, καί οἱ διῶκτες φάνηκαν σκληροί καί ἀπηνεῖς ἀπέναντι στούς πιστούς μέ τά φοβερά βασανιστήρια καί τούς τρόπους ἐξοντώσεως, πού ἐπινόησαν, ὅσο ποτέ ἄλλοτε.

Στά κράτη τοῦ ἀθέου μαρξισμοῦ ὁ διωγμός ἦταν ὁλοκληρωτικός, συνεχής καί ἀνελέητος. Μᾶς εἶναι γνωστά τά καταθλιπτικά ἐκεῖνα γεγονότα, ἀνώτερα κάθε περιγραφῆς, ἀλλά καί δέν ἔχω χρόνο νά ἐπεκταθῶ στίς ζοφερές καί ἀνάλγητες ἐκεῖνες ἐποχές. Ὅμως, στό τέλος τοῦ 20οῦ αἰῶνα τό φανταχτερό ἐκεῖνο οἰκοδόμημα τῶν ἀθεϊστικῶν καθεστώτων τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης κατέρρευσε σάν χάρτινος πύργος καί οἱ διῶκτες τῆς Ὀρθοδοξίας ὑποχώρησαν κατά κράτος «μηδενός διώκοντος»[2].

Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, κατά τήν ὁμολογία σεβαστοῦ πνευματικοῦ πατρός, «ἔβγαινε καί πάλι ἀπό τίς κατακόμβες στολισμένη «ὡς πορφύραν καί βύσσον» τά αἵματα τῶν μαρτύρων της, ἀκμαία, θριαμβεύτρια, λαμπρότερη ἀπό τόν ἥλιο, ὡραιότερη ἀπό τή σελήνη, δυνατή ὅσο ποτέ. Τή δύσι τῆς 2ας χιλιετίας φώτιζαν μέ τό ἱλαρό φῶς τους τά φωτοστέφανα ἑκατομμυρίων συγχρόνων μαρτύρων τῆς πίστεως, ἡ ὁποία ἀπεδείχθη ἄλλη μιά φορά «ἡ νίκη ἡ νικήσασα τόν κόσμον» (Α' Ἰωάν. ε' 4)[3].

Ἀλλ᾽ ἐνῷ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας ἀντιμετώπισε τόσον ἐπιτυχῶς καί νικηφόρως, κατά τόν δύσαντα αἰῶνα, τούς ἐξωτερικούς της ἐχθρούς, ἐν τούτοις ἡ ἐκ τῶν ἔσω πολεμική στόν αἰῶνα πού πέρασε καί σ᾽ αὐτόν πού ζοῦμε πῆρε καί παίρνει ἕναν πιό δραματικό καί ἀπειλητικό χαρακτῆρα. «Ἡ αἵρεσις, παρατηρεῖ ὁ ἴδιος σεβαστός πνευματικός πατήρ, ὡς ἐσωτερικός κίνδυνος, δέν παρουσιάσθηκε αὐτή τή φορά μέ τό ἀληθινό της πρόσωπο. Ὁ κίνδυνος προεκλήθη ἀπό τό πνεῦμα τοῦ συγκρητισμοῦ, πού ἄρχισε σταδιακά νά διεισδύη μέσα στά σπλάχνα τῆς Ὀρθοδοξίας. Καί, δυστυχῶς, αὐτό τό πνεῦμα τό ὑπηρέτησε, παρά τίς ἐνδεχομένως καλές στήν ἀρχή προθέσεις της, καί ἡ λεγόμενη Οἰκουμενική Κίνησι, πού ἀναπτύχθηκε στόν 20ό αἰῶνα καί ζητοῦσε νά βοηθήση στήν πραγματοποίησι τοῦ ἱερωτάτου σκοποῦ τῆς ἐπανενώσεως ὅλων τῶν Χριστιανῶν ... Ὅμως ὁ Οἰκουμενισμός, ὁ ὁποῖος ἀνεπτύχθη γιά νά ὑπηρετήση μέ διάφορες μεθόδους αὐτή τήν προοπτική, ἀπεδείχθη τελικῶς «ὁ σύγχρονος μέγας πειρασμός τῆς Ὀρθοδοξίας»[4]. Τό πνεῦμα ἑνός παγκοσμίου θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ κυριάρχησε στίς σχετικές ἐνέργειες»[5].

Ἡ Ὀρθοδοξία σήμερα, πού βάλλεται ἔσωθεν γιά νά καταρριφθῆ τό θεόκτιστο τεῖχος τῆς Ὀρθοδόξου Ἁγιοπατερικῆς Παραδόσεώς της, νά μετατοπισθοῦν ἤ καί νά ἀφανισθοῦν τελικά «τά αἰώνια ὅρια ἅ οἱ Πατέρες ἔθεντο» μέ τά Θεοφώτιστα Δόγματα καί τούς Θείους καί Ἱερούς Κανόνας καί τοιουτοτρόπως νά ἐξισωθῇ ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία μέ τίς ἑτερόδοξες ὁμολογίες, τίς αἱρέσεις καί ἀκόμη μέ τίς διάφορες θρησκεῖες, καλεῖται καί πάλι νά δείξη τήν ἀληθινή της Χριστιανική ταυτότητα, καί νά ὑπερασπισθῆ τήν ἀκεραιότητα τοῦ δόγματος καί τῆς δογματικῆς της διδασκαλίας. Προκαλεῖται γιά νά διακηρύξη τήν σταθερή καί ἀσάλευτη πίστι καί πεποίθησί της ὅτι εἶναι καί παραμένει ἡ ἀληθής, ὀργανική καί ἀδιάσπαστη συνέχεια τῆς ἀρχαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ἐκκλησία τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν ἁγίων Μαρτύρων καί τῶν Θεοφόρων Πατέρων, ἡ μόνη καί ἄσπιλος Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, μέσα στήν ὁποία ὁ πιστός πραγματοποιεῖ τόν ὕψιστο σκοπό τῆς ζωῆς του, τή σωτηρία καί τή θέωσι.

Εἶναι, λοιπόν, ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ὄχι μόνο ἡ νικήτρια καί θριαμβεύτρια κατά τῶν ἐξωτερικῶν ἐχθρῶν της, ἀλλά καί ἡ διαρκῶς μαχομένη καί ἀντιπαλαίουσα μέσα στά κύματα ἑνός ὕπουλου ἐσωτερικοῦ ἐχθροῦ, τοῦ συγχρόνου θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ καί τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ὁ ὁποῖος ὡς ἄλλος ὁδοστρωτήρας ἀποβλέπει στήν ἐξίσωσι καί ἰσοπέδωσι τῶν πάντων μέσα στόν θρησκευτικό χῶρο καί στοχεύει στήν ἐπιβολή ἑνός δογματικοῦ καί θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ καί στή δημιουργία ἑνός εἴδους πανθρησκείας.[6] Τό ἱερό σκάφος τῆς Ἐκκλησίας μας κλυδωνίζεται καί πάλι. Ἡ θάλασσα μαίνεται γύρω του. Τά κύματα ἐπαφρίζοντα ὑψώνονται ἀπειλητικά. Ὅμως, εἴμαστε ἀπόλυτα βέβαιοι ὅτι ὅσες θύελλες κι᾽ ἄν ξεσπάσουν, ὅσοι πόλεμοι καί διωγμοί καί ἄν κηρυχθοῦν, ὅσα κύματα καί ἄν σηκωθοῦν, «τοῦ Ἰησοῦ τό πλοῖον καταποντίσαι οὐκ ἰσχύει»[7] καί ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, ἡ Κιβωτός τῆς σωτηρίας μας, «ναυάγιον οὐχ ὑπομένει».[8]

Ἅγιοι Πατέρες καί Ἀδελφοί,

Μέ αὐτήν τήν ἐπισήμανσι καί αὐτά τά δεδομένα, τά εὐχάριστα καί τά δυσάρεστα, τά θεάρεστα καί τά λυπηρά καί ἀνησυχητικά, τό Διοικητικό Συμβούλιο καί τά μέλη τοῦ Π.Χ.Ο.Ο.Ι. ἀπεφάσισαν, ἔπειτα καί ἀπό τήν δική μου ὡς Πνευματικοῦ συγκατάθεσι καί παρότρυνσι, νά ὀργανώσουν τήν Θεολογική αὐτή Ἡμερίδα μέ γενικό θέμα :
«ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ - ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ - ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ»
καί μέ 4 ἐπί μέρους θέματα, τά ὁποῖα εἴδατε στίς προσκλήσεις καί τό πρόγραμμα τῆς Ἡμερίδος.

Πιστεύουμε ὅτι σέ καιρούς δυσχείμερους πνευματικά, σέ χρόνους συγχύσεως, πλάνης καί ἀμφισβητήσεως, «ἐν ἡμέραις πονηραῖς, ἐν αἷς ἡ τῶν πολλῶν ἀγάπη ἐψύγη, ὡς ἔφη ὁ Σωτήρ»,[9] ὁ Πανελλήνιος Ἱεραποστολικός Ὅμιλος μέ τά ἐπαρχιακά παραρτήματά του ἐκτίει χρέος ἱερό καί ἐπιτακτικό, ἐπιβεβλημένο καί ἐμπνευσμένο ἀπό τίς εὐχές καί τίς ὑποθῆκες τοῦ ἀειμνήστου Ἱδρυτοῦ του, τοῦ ἀσυμβίβαστου καί καρτερόψυχου ἀγωνιστοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας ἀοιδίμου Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος καί Φαναριοφερσάλων κυροῦ Κωνσταντίνου, νά φυλάσση ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ τήν Ἁγίαν Ὀρθόδοξον Παράδοσιν τῆς Ἐκκλησίας μας, νά τήν προασπίζεται καί νά τήν προβάλλη μέ τέτοιες καί παρόμοιες ἐκδηλώσεις, μέ γνήσιο ταπεινό καί ἐκκλησιαστικό φρόνημα καί οὐδέποτε μέ κάποια φαρισαϊκή ὑπεροψία.

Λυπούμεθα εἰλικρινά, ὅταν παραθεωροῦνται καί παραβιάζονται οἱ Θεῖοι καί Ἱεροί Κανόνες, πού εἶναι αἰωνίου κύρους καί παντοτινῆς-οἰκουμενικῆς ἰσχύος, διότι, ἀφ᾽ ἑνός μέν τίποτε τό θετικό, οὐσιαστικό καί λυσιτελές δέν ἐπιτυγχάνεται μέ τόν τρόπο αὐτό -μόνο σκανδαλισμός τοῦ Χριστεπωνύμου Ὀρθοδόξου Πληρώματος παράγεται- καί ἀφ᾽ ἑτέρου, κατά τόν λόγον τοῦ ἀειμνήστου καί κεχαριτωμένου Ἀρχιμανδρίτου π.Ἐπιφανίου Θεοδωροπούλου, ἁγίου καί διακεκριμένου Κληρικοῦ καί ἀρίστου Κανονολόγου, οἱ Ἱεροί Κανόνες, παραβιαζόμενοι καί ἐκτοπιζόμενοι, ἐκδικοῦνται ... Μᾶς λυπεῖ ἰδιαίτερα ὁ συγχρωτισμός, ἡ ἐκκλησιαστική κοινωνία καί συμπροσευχή καί ἡ προσφώνησις ὡς κανονικῶν Ἐπισκόπων καί «θρόνων Ἀποστολικῶν διαδόχων» ἀκοινωνήτων ἐκκλησιαστικῶς καί αἱρετικῶν προσώπων, ὅταν μάλιστα αὐτά ἔχουν τήν ποντιφικήν καί τήν τοῦ ἀρχηγοῦ Κράτους ἰδιότητα. Οὐκ ἔξεστιν ἡμῖν τοῖς Ἐπισκόποις ἀποκαλεῖν τούς αἱρετικούς ἀξίους ἤ καί ἔχοντας Ἀποστολικήν διαδοχήν. Αὐτό τό θεοφιλές ἔργο τῆς περιθριγκώσεως τῶν ἱερῶν τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεώς μας Δογμάτων καί τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων, ὡς καί τῆς καθόλου Ὀρθοδόξου Παραδόσεώς μας πρωτεύει καί προέχει καί ἕπονται οἱ πρός ὅλον τόν κόσμον καί τίς χῶρες τῆς Ἱεραποστολῆς προσπάθειες προωθήσεως τῆς ὁμολογουμένως πολλαπλῆς καί ἀξιοθαύμαστης βοήθειας (χρηματικῆς, φαρμακευτικῆς, ἀποστολῆς ρουχισμοῦ, ἱερατικῶν ἀμφίων, ἐκκλησιαστικῶν εἰδῶν καί βιβλίων, εἰδῶν τροφίμων καί λοιπῶν ἄλλων) τοῦ Πανελληνίου Ὀρθοδόξου Ὁμίλου μετά τῶν ἐπαρχιακῶν παραρτημάτων του.

Θά μοῦ ἐπιτρέψετε πρίν κατέλθω ἀπό τό βῆμα νά συγχαρῶ καί νά εὐχαριστήσω θερμά τούς ἐλλογιμωτάτους κκ.εἰσηγητάς τῆς ἀποψινῆς Ἡμερίδος, τόν πολυαγαπητόν Ἀδελφόν μου καί ἐπί 25ετίαν συνιεροκήρυκα εἰς τήν Ἱεράν Μητρόπολιν Ὕδρας Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτην π.Νικόδημον Ἀεράκην, τούς κκ.Καθηγητάς τῶν Πανεπιστημίων : Κωνσταντῖνον Νιάρχον, Δημήτριον Τσελεγγίδην καί Ἀπόστολον Νικολαΐδην, τόν συντονιστήν τῆς Ἡμερίδος Ὁμότιμον Καθηγητήν κ.Ἐμμανουήλ Μικρογιαννάκην, τόν Σεβ. Μητροπολίτην Πειραιῶς κ.Σεραφείμ διά τήν παρουσίαν καί τήν διάθεσιν τοῦ διακεκριμένου Ρ/Σ τῆς Πειραϊκῆς Ἐκκλησίας γιά τήν μετάδοσιν τῆς Ἡμερίδος, τούς Ἁγίους Πατέρας καί Ἀδελφούς, τόν Φιλολογικόν Σύλλογον «Παρνασσός» διά τήν παραχώρησιν τῆς αἰθούσης καί πάντας ὑμᾶς τούς ἀγαπητούς ἐν Χριστῷ ἀδελφούς, οἱ ὁποῖοι τιμᾶτε μέ τήν παρουσία σας τό θεολογικό μας αὐτό συμπόσιο. Καλή ἀκρόασι, εὐλογημένο τό Ἱερό Τριῴδιο καί καλή Τεσσαρακοστή.-
____________________
[1]Ἡσ. 5,20.

[2] Παρ. 28,1.

[3]Ἀρχιμ. Ἀστερίου Σ. Χατζηνικολάου, Ἡ Ὀρθοδοξία στή θύελλα τοῦ συγχρόνου συγκρητισμοῦ, σελ. 11-12, Ἀθῆναι, Μάρτιος 2002.

[4] Πρβλ. Κων. Μουρατίδου, Οἰκουμενική Κίνησις - Ὁ σύγχρονος μέγας πειρασμός τῆς Ὀρθοδοξίας, ἐκδ. «Ὀρθοδόξου Τύπου», Ἀθῆναι 1973.

[5] Ἀρχιμ. Ἀστερίου Σ. Χατζηνικολάου, μνημ. ἔργον, σελ.12-13.

[6]Πρβλ. Ἀρχιμ.Σπυρίδωνος Μπιλέλη, Ἡ οἰκουμενική ἀποστολή τῆς Ὀρθοδοξίας, Ἀθῆναι 1970, σελ. 10-11.

[7] Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὁμιλία πρό τῆς ἐξορίας, P.G.52,427.

[8] Ἰω. Χρυσοστόμου, Ὅτε τῆς Ἐκκλησίας ἔξω εὑρεθείς Εὐτρόπιος... P.G.52,398.

[9] Ἁγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως, Ἀσματική Ἀκολουθία μηνός Νοεμβρίου.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

" Πάσα θεωρητική παρέκκλισις από της διδασκαλίας της Εκκλησίας είναι αίρεσις" και " οι ετερόδοξοι, οι επί μέρους αληθείας αρνούμενοι, είναι εξ ίσου αιρετικοί, ΕΙ ΚΑΙ ΙΣΤΑΝΤΑΙ ΕΓΓΥΤΕΡΟΝ ΤΗ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ".
Χ. Ανδρούτσου, Αι βάσεις της ενώσεως των Εκκλησιών.

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)