24/11/13

Ἀρχιμ. Σαράντης Σαράντος, Ἰατρική Ἐπιστήμη καί Ὀρθόδοξη Πίστη

Ἰατρική Ἐπιστήμη καί Ὀρθόδοξη Πίστη
Ἀρχιμ. Σαράντη Σαράντου ἐφημερίου Ἱ. Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου Ἀμαρουσίου

Ὀφείλουμε χάριτας καί εὐχαριστίες στούς ἀξιότιμους καί πολύ ἀγαπητούς μας ἰατρούς, στό Δήμαρχό μας κ. Γ. Πατούλη, εἰσέτι μάχιμο χειρουργό ὀρθοπεδικό, πρόεδρο τοῦ Ἰατρικοῦ Συλ­λόγου Ἀθηνῶν καί στόν ἐπίσης πολύ ἀγαπητό μας κ. Στέφανο Φούσα, ἐπίκουρο καθηγητή Καρδιολογίας Τζανείου Νοσοκομείου Πειραιῶς καί πρόεδρο τῆς Καρδιολογικῆς Ἑταιρείας, γιατί μᾶς ἑτοίμασαν αὐτήν τήν ἀπαραίτητη ἐνημέρωση γιά τήν καρδιά μας καί τά ὀστᾶ μας.
Ἡ πρόληψη εἶναι πάντα ἡ καλύτερη θεραπεία, καί μάλιστα τώρα ἐν καιρῷ κρίσεως πού τά πάντα γύρω μας καταρ­ρέουν, ἐπειδή «μαζί τά φάγαμε», ὅπως κυνικῶς οἱ ὑποτιθέμενοι ἄρχοντες μας μᾶς λένε.
Σᾶς εὐχαριστοῦμε προκαταβολικά ἀλλά καί ἀναδρομικά, γιατί ξεπεράσατε καί οἱ δύο σας, ἄν δέν κάνω λάθος, κάποιες αὐστηρές ἐνδοσυντεχνιακές δεοντολογίες καί ἐν χειμερίῳ καιρῷ κατοχῆς καί δεινῆς κρίσεως στέκεσθε ὄρθιοι, ἀταλάντευτοι καί δοτικοί στόν ἄνθρωπο, τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, πού πορεύεται πρός τό καθ’ ὁμοίωσιν.
Ἐπιτρέψτε μου νά θυμίσω τό ὑπέροχο θεόπνευστο κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης 
«…καί εἶπεν ὁ Θεός· ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ’ ὁμοίωσιν, καί ἀρχέτωσαν τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καί τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καί τῶν κτηνῶν καί πάσης  τῆς γῆς καί πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπί τῆς γῆς.  καί ἐποίησεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον, κατ’ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καί θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς. καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ Θεός, λέγων· αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς καὶ ἄρχετε τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ πάντων τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ τῆς γῆς. καὶ εἶπεν ὁ Θεός· ἰδοὺ δέδωκα ὑμῖν πάντα χόρτον σπόριμον σπεῖρον σπέρμα, ὅ ἐστιν ἐπάνω πάσης τῆς γῆς, καὶ πᾶν ξύλον, ὃ ἔχει ἐν ἑαυτῷ καρπὸν σπέρματος σπορίμου, ὑμῖν ἔσται εἰς βρῶσιν· καὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τῆς γῆς καὶ πᾶσι τοῖς πετεινοῖς τοῦ οὐρανοῦ καὶ παντὶ ἑρπετῷ ἕρποντι ἐπὶ τῆς γῆς, ὃ ἔχει ἐν ἑαυτῷ ψυχὴν ζωῆς, καὶ πάντα χόρτον χλωρὸν εἰς βρῶσιν. καὶ ἐγένετο οὕτως. καὶ εἶδεν ὁ Θεὸς τὰ πάντα, ὅσα ἐποίησε, καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν. καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωΐ, ἡμέρα ἕκτη.» (Γέν. Α΄ 26-31).   


Ὁ ἐν Τριάδι Θεός, ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Ἅγιον Πνεῦμα ἀσχολεῖται προσωπικά μέ τήν ἐκ τοῦ χοός δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου ἐμφυσώντας πάνω του τή Θεϊκή Του πνοή.  Ὁ Μέγας Βασίλειος ἑρμηνεύοντας καί σχολιάζοντας τό θεό­πνευστο κείμενο τῆς Γενέσεως ὑποστηρίζει, ὅτι καθημερινῶς ὁ Θεός ἐπισκεπτόταν τό ζεῦγος τῶν πρωτοπλάστων, τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα, διαλεγόμενος μετ’ αὐτῶν ὡσάν φίλος πρός φίλον.  Ἤθελε ὁ Θεός ὄχι μόνο νά μένουν στό κατ’ εἰκόνα, ἀλλά καί νά ἀναπτύσ­σουν τά χαρίσματα, μέ τά ὁποῖα τούς προίκισε καί νά φθάσουν στό καθ’ ὁμοίωσιν, σταθεροποιημένοι καί ἀκλόνητοι αἰωνίως κοντά Του. 


 Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής ἔχοντας πλούσια ἐν Χριστῷ ἐμπειρία τῆς χαρισματικῆς ἐλευθερίας θαυμάζει καί ἐκπλήσσεται ἀπό τήν προσωπικότητα τῶν πρωτοπλάστων καί ἀπό τά δοθέντα ἐκ τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ χαρίσματα πού ἐπιμελημένα πρόσεχαν καί οἱ δύο τους καί τά ηὔξαναν, ταυτίζοντας τήν ἀπέραντη θεοελευθερία τους, τό θέλημά τους, μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.  Θεοπανευτυχεῖς, ἄρ­χοντες τοῦ Παραδείσου εἶχαν βαθιά αὐτοσυνειδησία τῆς θεοκατα­σκευῆς τους, ἐργάζονταν ἄκοπα καί ἄνοσα – χωρίς νόσους – μή φοβούμενοι τίποτα, γιατί δέν εἶχαν ὑπόψη τους καμιά προοπτική θανάτου. «Posse non mori» (ἠδύναντο νά μή πεθάνουν), μᾶς λέγει ἡ πρωτοχριστιανική ρωμαϊκή ὀρθόδοξη Θεολογία.   
Ὅταν ὅμως ἔκα­ναν αὐτόνομη χρήση τοῦ μέχρι τότε θελήματός τους, ἀποκοπτόμενοι ἀπό τό θεῖο θέλημα, ἔχασαν τό θεῖο φῶς πού κυριαρχοῦσε μέσα στό νοῦ καί τήν καρδιά τους, ἔχασαν τήν ἱκανότητα νά ἄρχουν τοῦ Παραδείσου, μειώθηκαν οἱ ἀντοχές τους, αἰσθάνονταν γυμνοί, χρειάζονταν ἐνδύματα καί σταδιακά ἄρχισαν νά νοσοῦν πνευματικά, ψυχολογικά καί σωματικά μέ προοπτική μή ζωῆς, δηλ. θανάτου. «Posse mori» (δυνάμενοι νά πεθάνουν).  Διάλεξαν μόνοι τους δηλαδή τήν προοπτική τοῦ θανάτου.  Ὁ Θεός ἐπέτρεψε νά πεθαίνουμε σωματικῶς, «ἵνα μή τό κακόν ἀθάνατον γένηται», λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής (Πρός Θαλάσσιον) διατυπώνοντας λακωνικά τήν κατάντια μας, τήν πτώση μας καί τή φορά πρός τό θάνατο.


Μπροστά σέ μιά τέτοια δημιουργία, τήν ἀνθρώπινη προσωπι­κότητα, στέκεται μέ ἀπόλυτο σεβασμό καί θαυμασμό ὁ σύγχρονός μας ἐξαίρετος Σέρβος Θεολόγος καί ἅγιος πλέον Ἰουστῖνος Πόποβιτς.  Καταρτισμένος ὅσο λίγοι στό τεράστιο φάσμα τῆς γνώσεως, καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Βελιγραδίου, ἐγκρατής γνώστης ὅλων τῶν Εὐρωπαϊκῶν γλωσσῶν καί δή θαυμαστής τῶν Ἀρχαίων Ἑλληνικῶν.  Θεώρησε ἀπαραίτητο ἄτυπα νά φοιτήσει στή Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν τό 1925, ὅπου ἐξεπόνησε ἐπιστημονική διδακτορική δια­τριβή μέ θέμα «Ἡ γνωσιολογία τοῦ Ἁγίου Ἰσαάκ τοῦ Σύ­ρου».   
Ἀνέπτυξε πρωτίστως τή δική του προσωπικότητα ἀσκούμενος στήν ἄκρα ὑπακοή καί ταπείνωση κατά τήν καθοδήγηση τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου: «Ὅσῳ μέγας εἶ τοσούτῳ ταπείνου σεαυτόν».  Προσευχές ἀσταμάτητες, νηστεῖες πού κρατοῦσαν σῶμα λεπτό, ὑγιές καί πειθαρχημένο στίς πνευματικές «ἀπαιτήσεις» τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. 


 ἅγιος Ἰουστῖνος ξεπερνάει κάθε ἐπίγειο θαυμασμό γιά τόν ἄνθρωπο καί ξεσπάει σέ δοξολογία  πρός τόν Ὕψιστο Πάνσοφο Δημιουργό.  Ἀπό τό ἐξαίρετο βιβλίο του «Ἄνθρωπος καί Θεάν­θρωπος»  ἐρανιζόμαστε τά παρακάτω:
«Τό ἀνθρώπινον σῶμα!… Ὤ, τί θαυματουργικόν ἐργαστήριον, τό ὁποῖον μεταβάλλει τό νερό εἰς αἷμα, τόν ἀέρα εἰς κόκκαλα, τό ψωμί εἰς κρέας, τά φυτά εἰς μέταλλα, τά μέταλλα εἰς ὑγρά!  Πρωτάκουστον ἐργαστήριον θαυμάτων!  Ἀλλά φυσικῶν θαυμάτων, θά εἴπητε σεῖς.  Τί, ὅμως, εἰς τήν φύσιν δέν εἶναι θαῦμα;  Κάποιος ἀόρατος μηχανικός, κάποιος θαυματουργός τεχνίτης κυβερνᾶ αὐτό τό παράδοξον ἐργαστήριον, πού ἡμεῖς ὀνομάζομεν σῶμα.  Αὐτός εὑρίσκεται εἰς τό σῶμα, ἀλλά ἡμεῖς δέν Τόν βλέπομεν. Τά ἔργα Του τά βλέπομεν, Τόν ἴδιον ὅμως ὄχι.  Ὡσάν νά ἔχῃ τήν πρόθεσιν νά κρύπτεται ὅλον καί περισσότερον ὄπισθεν τῶν ἔργων του! …


Τό σῶμα!… Ὁ Θεός ἔθεσεν ἀναρίθμητα αἰνίγματα δημιουρ­γῶν αὐτό ὅπως εἶναι.  Εἰς τόν πηλόν του ἐτύλιξε τόν θεῖον χρυσόν Του, καί τόν ἄφησεν ἐδῶ εἰς τόν μακρινόν πλανήτην μας.  Καί εἰς τό θαῦμα προσέθεσε θαῦμα: Ὁ Λόγος ἔγινε σῶμα! Τοιουτοτρόπως ἐμεγάλυνε τό σῶμα ὑπεράνων τῶν Ἀγγέλων καί Ἀρχαγγέλων.  Τό ἐδόξασε καί τό ἡρμήνευσε, διακηρύττων: «τό δέ σῶμα τῷ Κυρίῳ» (Α΄ Κορ. 6,13).  Ἀπόδειξιν τούτου εἶναι ἡ εἰς οὐρανούς ἀνάληψις τοῦ Κυρίου μετά τοῦ σώματος, μετά τοῦ ὁποίου καί ἐν τῷ ὁποίῳ θά παραμείνῃ εἰς τούς αἰῶνας.  Καί ὁ ἀρραβών τούτου εἶναι ἡ ἀνάστασις τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἀνάστασις τῶν ἰδικῶν μας σωμάτων κατά τήν ἡμέραν τῆς Κρίσεως. Ἡ παναξία τοῦ σώματος ἔγκειται ἀκριβῶς εἰς τοῦτο, ὅτι «ὁ Λόγος σάρξ ἐγένετο» καί αἰωνίως παραμένει ἐν τῇ σαρκί.
Ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου!… Ὤ τοῦ μυστηρίου τῶν μυστηρίων!  Ὤ τοῦ θαύματος τῶν θαυμάτων!  Συνετρίβησαν αἱ καρδίαι ὅλων τῶν προσκυνητῶν τῆς αἰωνιότητος γύρω ἀπό τήν ψυχήν τοῦ ἀν­θρώπου.  Οἱ ἄνθρωποι ζοῦν μέ τήν ψυχήν καί δέν γνωρίζουν τί εἶ­ναι ἡ ψυχή!  Δέν ἀποτελεῖ αὐτό βάσανον διά τό πνεῦμα; Βάσανον, μέχρις ὅτου ὁ Θεός Λόγος ἔγινεν ἄνθρωπος καί ταυτοχρόνως ἔγινε ψυχή.  Τότε μᾶς ἀπεκαλύφθη τό μυστήριον τῆς ψυχῆς: ὁ Λόγος.  Ἀπό Αὐτόν προέρχεται ἡ γένεσίς της, τό εἶναί της, τό νόημά της, ἡ μακαριότης καί ἡ αἰωνιότης της, ὁ παράδεισός της.  Διά τοῦτο ἡ ψυχή εἰς τά ἐσώτατα ἄδυτά της εἶναι χριστονοσταλ­γική, θεονο­σταλγική. 
Εἰς τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεόν Λόγον ἡ ψυχή εὗρε τόν ἑαυτό της καί τόν Δημιουργόν της, διά τοῦτο καί ἀνήγγελεν ὁ θαυμαστός Θεάνθρωπος τό χαρμόσυνον μήνυμα: «Ὅς ἄν ἀπολέσῃ τήν ψυχήν αὐτοῦ ἕνεκεν ἐμοῦ , εὑρήσει αὐτήν» (Ματθ. 16,25). Δηλαδή θά εὕρη τήν οὐσίαν της, τόν λόγον καί τό νόημά της, τήν ἀξίαν της, τόν παράδεισόν της, τήν αἰωνιότητα καί τήν μακαριότητά της.  Ὅταν δέν εἶναι ἡνωμένη μέ τόν Θεόν Λόγον, ἡ ψυχή εὑρίσκεται ἐκτός ἑαυτῆς, εὑρίσκεται εἰς τήν αἰωνίαν παραφροσύνην καί τήν ἀνόητον περιπλάνησιν ἀπό ἁμαρτίας εἰς ἁμαρτίαν, ἀπό πάθους εἰς πάθος, ἀπό ταλαιπωρίας εἰς ταλαιπωρίαν.  Καί τοῦτο εἶναι ἡ κόλασις μέ ὅλας τάς φρικαλεότητάς της.
Ὁ ἄνθρωπος!… Ὅλα τά κτίσματα σιγοῦν ἐμπρός εἰς αὐτό τό ἐξαιρετικώτερον θαῦμα ὅλων τῶν κόσμων.  Ὡσάν νά ἔχῃ συγκεντρώσει ὁ Θεός ὅλα τά θαύματα ἀπό ὅλους τούς κόσμους Του καί τά ἔχῃ συνοψίσει εἰς ἕν, εἰς τόν ἄνθρωπον.  Διά τῆς ψυχῆς τόν συνέδεσε μέ τόν πνευματικόν κόσμον καί διά τοῦ σώματος μέ τόν αἰσθητόν κόσμον καί ἔτσι τόν ἄφισεν εἰς τό μέσον αὐτῆς τῆς ζωῆς.  Διά τοῦτο τόν ἄνθρωπον τόν ἕλκουν ἐξ ἴσου τά μυστήρια τοῦ πνευματικοῦ κόσμου καί ἡ γοητεία τοῦ ὑλικοῦ κόσμου.  Ὁ ἄνθρωπος εἶναι τεντωμένος μέ ὅλο τό εἶναί του μεταξύ τῶν δύο κόσμων ὡσάν μία κλωστή.  Διά τοῦτο τό μυστήριον τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως ἔχει μετατρέψει τήν περί τοῦ ἀνθρώπου ἀνθρωπίνην σκέψιν εἰς κραυγήν καί σπαραγμόν καί θρῆνον, εἰς πένθος διά τόν ἄνθρωπον.  Καί αὐτό, ἕως ὅτου ὁ Λόγος ἔγινεν ἄνθρωπος.  Διότι γενόμενος ἄνθρωπος ὁ Θεός Λόγος, ἐξήγησεν εἰς τούς ἀνθρώπους τόν ἄνθρωπον καί ἐλογοποίησε (ἐχριστοποίησε) καί ἐνοηματοποί­ησε τήν ζωήν του καί εἰς αὐτόν καί εἰς τόν ἄλλον κόσμον».


Πόσο μεγάλο, δύσκολο, εὐαίσθητο τό ἔργο τοῦ γιατροῦ!  Εὑ­ρισκόμενος μπροστά στό τελειότερο δημιούργημα, πού ἀρρώστησε μετά τήν παρακοή καί τήν πτώση, ἐπιστρατεύει ὅλη του τήν ἐπιστήμη, ὅλη του τήν ἀγάπη, ὅλη του τήν προσπάθεια γιά νά προσφέρει τήν καλή, τή σωστή διάγνωση, γιά νά ἐπέλθει ἡ ἴαση. 
Ὁ ἅγιος Γέροντας π. Πορφύριος συνιστοῦσε στούς γιατρούς τήν ὥρα πού ἐξετάζουν τόν ἀσθενῆ, νά λέγουν μυστικῶς τήν εὐχή τοῦ Χριστοῦ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ ἐλέησόν με» γιά νά φωτίζονται ἀπό τήν ἄκτιστη Χάρη Του στήν καλύτερη διάγνωση, ὥστε τελικά νά ἐπέλθει ἡ ἴαση. 
Ἡ παραπάνω συμβουλή δέν ὑποβιβάζει τήν ἀνθρώπινη ἰατρι­κή ἐπιστημονική γνώση, ἀλλά ἀντίθετα τήν κραταιώνει, τήν καταξιώ­νει, τή χριστοποιεῖ.  Ἔτσι καί ὁ ἀσθενής δέχεται τίς φιλανθρωπότε­ρες μαζί καί ἐπιστημονικότερες περιποιήσεις καί ὁ γιατρός εἰσπρά­ττει τή χαρά, τήν καταξίωση καί τήν ἐν Χριστῷ πνευματική ἀμοιβή, πού ἀσφαλῶς τήν ἔχει ἀνάγκη γιά τόν ἑαυτό του καί γιά τήν οἰκογένειά του.


Λεπτότατη καί ἰδιάζουσα προϋπόθεση τῆς ὑγείας ψυχῆς καί σώματος θεωρεῖ ὁ ἅγιος γέροντας π. Πορφύριος τό νά ἀφηνόμαστε μέ ἐμπιστοσύνη στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.  Παραθέτουμε αὐτούσια τά λόγια του: «Ὅταν παραδοθοῦμε στόν Χριστό, εἰρηνεύει ὁ πνευματικός μας ὀργανισμός, μέ ἀποτέλεσμα τή φυσιολογική λειτουργία ὅλων τῶν ὀργάνων καί τῶν ἀδένων.  Ὅλα ἐπηρεάζο­νται.  Γινόμαστε καλά, παύομε νά ὑποφέρομε.  Καί καρκίνο νά ἔχομε, ἄν τ’ ἀφήσομε στόν Θεό καί γαληνεύσει ἡ ψυχή μας, μπορεῖ ἡ θεία χάρις μέ τή γαλήνη αὐτή νά ἐνεργήσει νά φύγει καί ὁ καρκίνος καί ὅλα.
Κι ἄν θέλετε νά μάθετε, καί τό ἕλκος στομάχου ἀπό τή νεύρωση δημιουργεῖται.  Τό συμπαθητικό σύστημα, ἐνῶ πιέζεται, σφίγγεται καί παθαίνει καί ἔτσι δημιουργεῖται τό ἕλκος.  Μιά, δυό, τρεῖς, σφίξιμο, σφίξιμο, σφίξιμο, στενοχώρια, στενοχώρια, στενοχώρια, ἄγχος, ἄγχος ἄγχος, πώπ!  ἕλκος.  Ἕλκος ἤ καρκίνος, ἐξαρτᾶται.  Ὅταν στήν ψυχή μας ὑπάρχουν μπερδέματα, ἐπιδροῦν στό σῶμα καί ἡ ὑγεία δέν πηγαίνει καλά.
Τό τέλειο εἶναι νά μήν προσευχόμαστε γιά τήν ὑγεία μας.  Νά μήν εὐχόμαστε νά γίνομε καλά, ἀλλά νά γίνομε καλοί.  Κι ἐγώ γιά τόν ἑαυτό μου αὐτό εὔχομαι, σᾶς λέω.  Ἀκούσατε;  Ὄχι καλοί, δηλαδή ἐνάρετοι, «νά γίνομε αὐτό, αὐτό αὐτό…», ἀλλά ν’ ἀποκτήσομε θεῖο ζῆλο· ν’ ἀφηνόμαστε μέ ἐμπιστοσύνη στήν ἀγάπη Του· νά προσευχόμαστε μάλλον γιά τήν ψυχή μας.  Καί τήν ψυχή μας θά τήν ἐννοοῦμε ἐνσωματωμένη μέσα στήν Ἐκκλησία, πού κεφαλή της εἶναι ὁ Χριστός, μαζί μέ ὅλους τούς συνανθρώπους μας καί μέ ὅλους τούς ἐν Χιστῷ ἀδελφούς».


Ἄς θυμηθοῦμε καί τόν πασίγνωστο πλέον καί στήν πατρίδα μας ἰατρό, ἐπίσκοπο Κριμαίας ἅγιο Λουκᾶ, καθηγητή χειρουργικῆς.  Πρίν προβεῖ στίς ἀναρίθμητες ἐγχειρήσεις, στίς δυσκολότατες συνθῆκες τῶν μαρτυρικῶν χρόνων τῶν διωγμῶν ἱερέων καί λοιπῶν χριστιανῶν στή Ρωσία, σταύρωνε μέ ἰώδιο τό μέρος τοῦ σώματος καί χειρουργοῦσε μέ θαυμαστές ἐπιτυχίες.  Ἐκτός τούτου λίγο πρό τῆς ἐπεμβάσεως ἀναρτοῦσε σέ τοῖχο τοῦ χειρουργείου τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Παναγίας, παρά τίς ἰταμές ἀπειλές καί ἀπάν­θρωπες ἀνακριτικές διαδικασίες τῶν ἀθέων ἀρχῶν, οἱ ὁποῖες τελικά ὑποχωροῦσαν, προκειμένου νά τύχουν τῶν εὐεργετικῶν ὑπηρεσιῶν ὑγείας ἀπό τόν ἄριστο ἐπιστήμονα ἰατρό καί ἅγιο Λουκᾶ Βόϊνο Γιασινέτσκι.  Χιλιάδες Ρῶσοι γιατρεύτηκαν ἀπό τόν Ἅγιο, παρά τούς σφοδρούς διωγμούς πού ὑπέστη.
Ἐξ ἄλλου ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἀπευθυνόμενος μέ ἐπιστολή του πρός τήν ἐν Χριστῷ πνευματική θυγατέρα του Ὀλυμπιάδα μεταξύ ἄλλων τῆς γράφει: «… οὔτε οἱ ὀνειδισμοί, οἱ λοιδορίες καί οἱ ἐμπαιγμοί (βέβαια νά μή νομίσεις ὅτι καί αὐτό εἶναι μικρό εἶδος καρτερίας, τό νά ὑποφέρει κανείς κι’ αὐτά τά πράγματα· κι’ αὐτό τό δείχνει ὁ Ἰώβ, ὁ τόσο μεγάλος καί δυνατός ἄνδρας, πού δέν θορυβήθηκε καί λίγο ἀπό αὐτόν τόν πειρασμό)· ἀλλ’ οὔτε αὐτό οὔτε ἡ ἀπώλεια παιδιῶν, ἀκόμη κι’ ἄν ἁρπαγοῦν ὅλα ξαφνικά, οὔτε ἐχθροί πού συνεχῶς ἐπεμβαίνουν, οὔτε τίποτε ἄλλο παρόμοιο, οὔτε αὐτό τό κορύφωμα τῶν θεωρουμένων λυπηρῶν, ὁ θάνατος, ὁ τόσο φοβερός καί φρικώδης».(ΕΠΕ τ. 37 σελ.  545-547)


Ἐπίσης στήν γράφει γιά τίς ἔντονες ἐπιπτώσεις τῆς σωματικῆς ἀσθένειας στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου.  Δέν παραλείπει νά τή συμβουλεύσει νά χρησιμοποιεῖ τίς ἰατρικές συμβουλές καί τά κατάλληλα φάρμακα σελ. 553, ὅπως ἔκανε καί ὁ ἴδιος:
«Γιαυτό παρακαλῶ τήν τιμιότητά σου νά συμβουλεύεσαι διαφόρους καί ἔμπειρους ἰατρούς καί νά χρησιμοποιεῖς φάρμακα πού μποροῦν νά διορθώσουν τέτοια κακά.  Ἔτσι κι’  ἐγώ, πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες, πού τό στομάχι μου ἀπό τήν κατάσταση τοῦ ἀέρα εἶχε κυριευθεῖ ἀπό τάσι γιά ἐμετούς, χρησιμοποίησα καί τήν ἄλλη  φροντίδα, ἀλλά καί τό φάρμακο πού μοῦ στάλθηκε».


Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, ὁ Ἅγιος τοῦ αἰώνα μας, στό 82ο κεφάλαιο τοῦ βιβλίου του «Θησαυρός λογίων» ἐρανιζόμενος ἀπό τήν Παλαιά καί τήν Καινή Διαθήκη, γράφει πολλά περί τῆς ἀσθένειας.  Ἐπιτρέπει ὁ Κύριος τήν ἀσθένεια οἰκονομικῶς, γιά μεγαλύτερο ὄφελος ὅλης τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας.  Κέρδος, ταπεινό φρόνημα, ὑπομονή, αὐτοέλεγχος, καθαρή ἐξομολόγηση, καλές ἀποφάσεις, ἀγάπη, συμφιλίωση καί συμπάθεια πρός τούς ἀδελφούς πού ἐπισκέπτονται καί φροντίζουν τούς ἀσθενεῖς.  Τονίζει δέ καί τή χρήσιμη προσφορά θεραπείας τοῦ καλοῦ ἰατροῦ πρός τόν ἀσθενῆ μέ τόν εὐεργετικό διάλογο καί τά κατάλληλα φάρμακα.


Ὁ Μ. Βασίλειος, ἐκτός τῶν ἄλλων ἐπιστημῶν, γνώριζε μέ τόν πλούσιο φωτισμό τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πολύ καλά τόν ἀνθρώπινο ὀργανισμό καί τήν αἰώνια ψυχή πού ἀλληλοπεριχωρεῖται, ἀλληλοσυνδέεται μέ ὅλο τό σῶμα καί μέ ὅλα τά ὄργανά του.  Γράφει συγκεκριμένα:
«Ὥσπερ ἑκάστη τῶν τεχνῶν βοήθεια ἡμῖν πρός τό τῆς φύσεως ἀσθενές ὑπό τοῦ Θεοῦ κεχάρισται,… οὕτω καί ἰατρική.  Ἡ ἰατρική τέχνη τύπον τῆς κατά ψυχήν θεραπείας τήν ἀπόθεσιν τοῦ περισσοῦ καί τήν τοῦ λείποντος πρόθεσιν ὑποτιθεμένη ὑπό τοῦ πᾶσαν ἡμῖν οἰκονομοῦντος Θεοῦ συγκεχώρηται…».  Ἐπειδή μετά τήν ἁμαρτίαν ὁ ἄνθρωπος ὑπόκειται εἰς πάθη καί ἀσθενείας, διά τοῦτο ἐδόθη ἡ ἰατρική «προσαγομένη τοῖς κάμνουσι, κατά τό ποσόν γοῦν, ἐπικουρία,»… Ὀφείλομεν «ὡς εἰς δό­ξαν Θεοῦ καί τύπον τῆς τῶν ψυχῶν ἐπιμελείας τήν χρῆσιν τῶν ὑπ’ αὐτῆς παραλαμβάνειν… Οὐ τοίνυν, ἐπειδή τινες οὐ καλῶς χρῶνται τῇ τέχνῃ τῇ ἰατρικῇ φευκτέον ἡμῖν πᾶσαν τήν ὑπ’ αὐτῆς ὠφέ­λειαν…».


Τέλος καταπληκτικά εἶναι ὅσα ἀπό τόν Ἅγιο Νικόδημο τόν ἁγιορείτη γράφονται στό «Συμβουλευτικόν Ἐγχειρίδιόν» του γράφονται στή σελίδα 110 «περί φυλακῆς νοός καί καρδίας».  Ἡ ψυχή κρατάει στή ζωή ὅλα τά σωματικά ὄργανα, μέ πρῶτο ὄργανο τήν καρδιά.  Δέν παύει νά κινεῖται, ἕως οὗ ἐξέλθει ἡ ψυχή ἐκ τοῦ σώματος.  «Αὕτη εἶναι πηγή ζωῆς ὅλου τοῦ σώματος διά τῆς κινήσεώς της, καί εὐθύς ὅταν παύσῃ ἡ κίνησις αὐτῆς, παύει καί ἡ ζωή τοῦ σώματος·  μᾶλλον δέ ἡ ψυχή ἡ ἐν τῇ ἀεικινήτῳ καρδίᾳ οὖσα ἐνιδρυμένη, διά τῆς κινήσεως τῆς καρδίας ἐνεργεῖ, μεταδίδουσα τήν ζωήν εἰς ὅλον τό σῶμα, καί τοῦτο ζωοποιοῦσα, κατά τόν μέγαν Βασίλειον, λέγοντα· «τήν ζωτικήν δύναμιν, ἐπεί συγκέκραται τῷ σώματι, ἡ ψυχή φυσικῶς διά τήν εὐκρασίαν καί οὐκ ἐκ προαιρέσεως χορηγεῖ» (Διατάξει ἀσκητικῇ β΄).  Καί ὅτι τῶν ἄλλων μελῶν καί μερῶν τοῦ σώματος ἠρεμούντων πολλάκις καί ἀκινητούντων, καθώς μάλιστα συμβαίνει ἐν τοῖς ὕπνοις καί ὕπνοις βαθυτάτοις καί ἀφαντάστοις, ἡ καρδία μόνη δέν ἠρεμεῖ, ἀλλά πάντοτε κινεῖται καί ἀγρυπνεῖ ὡσεί νά προφυλάττῃ αὕτη ὅλα τά λοιπά μέλη τοῦ σώματος, ἅπερ τότε ἡσυχάζουσι καί ἀναπαύονται· καί τοῦτό ἐστι τό γεγραμμένον ἐν τῷ ᾌσματι· «Ἐγώ καθεύδω καί ἡ καρδία μου ἀγρυπνεῖ»(ᾎσμα α΄)· ἄν καί τό ρητόν αὐτό τροπο­λο­γικῶς ἑρμηνεύεται ὑπό τῶν θείων Πατέρων, διά τήν τελείαν καί ὑπό τοῦ θείου ἔρωτος κατεχομένην ψυχήν.
«Ὁ δέ ἐγκέφαλος οὔκ ἐστιν ἀεικίνητος, οὔτε δι’ αὐτοῦ προβάλλει πάντοτε ἡ ψυχή νοεράς ἐνεργείας·
α. διότι εἰς ὅλους τούς ἐννέα μήνας, καθ’ οὕς ἐν τῇ κοιλίᾳ τό βρέφος εὑρίσκεται ἐμψυχωμένον καί τέλειον, ὁ ἐγκέφαλος ἀπρακτεῖ καί ἠρεμεῖ, μηδεμιᾶς τοῦ νοός ἐνεργείας δι’ αὐτοῦ προβαλλομένης·
β. καί ἀφοῦ γεννηθῇ τό βρέφος, εἰς ἑνός ὁλοκλήρου ἐνιαυτοῦ διάστημα ἤ καί ἐπέκεινα, ὁ αὐτός ἐγκέφαλος ἀκινητεῖ καί ἀπρακτεῖ οὐδέ μίαν γάρ τότε ὁ νοῦς προβάλλει δι’ αὐτοῦ ἐνέργειαν, διά τό εἶναι αὐτόν ἀτελῆ καί δυνάμει νοῦν·
γ. δέ καί τελευταῖον, διότι καί ἀφοῦ γίνῃ ὁ ἄνθρωπος ἀνήρ τέλειος καί ἀποκτήσῃ νοῦν ἐνεργείᾳ, πάλιν καί τότε ἀκολουθεῖ πολλάκις νά ἀπρακτῇ ὁ ἐγκέφαλος καί οὐδεμία ἐνέργεια τοῦ νοός δι’ αὐτοῦ νά προβάληται· καθώς συμβαίνει τόσον εἰς τούς βαθυτά­τους καί ἀφαντάστους ὕπνους, ὡς εἴπομεν ὅσον καί ὅταν τύχῃ νά πέσῃ τις ἀπό τόπου ὑψηλοῦ καί πτωματισθῇ·  τότε γάρ ἡ ψυχή συστέλλεται μέν ὅλη εἰς τό κέντρον καί θάλαμόν της, τήν καρδίαν, διά νά φυλαχθῇ ἐκεῖ καί μετά τῆς οὐσίας αὐτῆς ἑνοῦται δυνάμεως· ἀφήνει δέ ἄπρακτα καί ἀναίσθητα, οὐ μόνον τόν ἐγκέφαλον, ἀλλά καί τάς αἰσθήσεις καί τά λοιπά πάντα πέριξ μέλη καί μέρη τοῦ σώματος, ὥστε δύναταί τις νά εἴπῃ, ὅτι τότε ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, ζῆ μόνον κατά τήν καρδίαν· κατά δέ τά ἄλλα μέλη τοῦ σωματός, εἶναι νεκρός· εἰ δέ καί τινες προβάλλουσι τήν ἀφθονίαν καί τό πολύ ψυχικόν πνεῦμα, ὅπερ ἐν τῷ ἐγκεφάλῳ εὑρίσκεται, καί διά τοῦτο δικαιοῦσιν ὅτι ἐκεῖ ἡ ψυχή νά ἐνθρονίζεται, μαθέτωσαν οὗτοι, ὅτι τό πνεῦμα τοῦτο πολύ περισσότερον ἐν τῇ καρδίᾳ εὑρίσκεται καί ὅτι ἐκ τῆς καρδίας τῆς πηγῆς τῶν πνευμάτων, τό πνεῦμα τοῦτο καί εἰς τόν ἐγκέφαλον ἀναβαίνει· καί οὐχί τό ἀνάπαλιν, ἐκ τοῦ ἐγκεφάλου εἰς τήν καρδίαν.
Γιαυτό καί μεῖς ὡς ὀρθόδοξοι χριστιανοί πιστεύουμε ὅτι ὁ ὀνομαζόμενος ἐγκεφαλικός θάνατος δέν εἶναι θάνατος τοῦ ἀνθρώ­που.  Σεβόμαστε καί ἀκολουθοῦμε τήν πανανθρώπινη ἄποψη αἰώ­νων καί αἰώνων, γενεῶν καί γενεῶν ἁπανταχοῦ τῆς γῆς, ὅτι μέ τήν παύση τῆς καρδιᾶς λογίζεται νεκρός ὁ ἄνθρωπος καί ὄχι ὅπως ad hoc, φτιαχτά, αὐθαίρετα ὅρισε ἡ ἐπιτροπή τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Harvard, τό 1968 πού ἰσχυρίζεται ὅτι μέ τήν νέκρωση τοῦ ἐκγεφαλικοῦ στελέχους θεωρεῖται νεκρός ὁ ἄνθρωπος.  Ἑπομένως οἱ μεταμοσχεύσεις  ἀπό θεωρούμενους ἐγκεφαλικά νεκρούς εἶναι φόνος.  Παραθέτουμε τέλος ἕνα ἐκλεκτό θεόπνευστο κείμενο ἀπό τήν Σοφία Σειράχ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (ΛΗ΄ 1-16) γιά νά φανεῖ ἡ ἐξαιρετικά σημαντική διακονία τοῦ ἰατροῦ καί τῆς ἰατρικῆς ἐπιστήμης καθώς καί τῶν φαρμάκων πρός τήν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ τόν ἄνθρωπο καί ἰδιαίτερα στό σῶμα του, τό ὁποῖο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος χαρακτηρίζει ὡς «ναόν τοῦ ἐν ἡμῖν Ἁγίου Πνεύματος».


Ἡ Σοφία Σειράχ λοιπόν γράφει:
«ΤΙΜΑ ἰατρὸν πρὸς τὰς χρείας αὐτοῦ τιμαῖς αὐτοῦ, καὶ γὰρ αὐτὸν ἔκτισε Κύριος· 2 παρὰ γὰρ ῾Υψίστου ἐστὶν ἴασις, καὶ παρὰ βασιλέως λήψεται δόμα. 3 ἐπιστήμη ἰατροῦ ἀνυψώσει κεφαλὴν αὐτοῦ, καὶ ἔναντι μεγιστάνων θαυμασθήσεται. 4 Κύριος ἔκτισεν ἐκ γῆς φάρμακα, καὶ ἀνὴρ φρόνιμος οὐ προσοχθιεῖ αὐτοῖς. 5 οὐκ ἀπὸ ξύλου ἐγλυκάνθη ὕδωρ εἰς τὸ γνωσθῆναι τὴν ἰσχὺν αὐτοῦ; 6 καὶ αὐτὸς ἔδωκεν ἀνθρώποις ἐπιστήμην ἐνδοξάζεσθαι ἐν τοῖς θαυμα­σίοις αὐτοῦ· 7 ἐν αὐτοῖς ἐθεράπευσε καὶ ἦρε τὸν πόνον αὐτοῦ, 8 μυρεψὸς ἐν τούτοις ποιήσει μεῖγμα, καὶ οὐ μὴ συντελέσῃ ἔργα αὐτοῦ, καὶ εἰρήνη παρ᾿ αὐτοῦ ἐστιν ἐπὶ προσώπου τῆς γῆς. - 9 Τέκνον, ἐν ἀρρωστήματί σου μὴ παράβλεπε, ἀλλ᾿ εὖξαι Κυρίῳ, καὶ αὐτὸς ἰάσεταί σε. 10 ἀπόστησον πλημμέλειαν καὶ εὔθυνον χεῖρας, καὶ ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας καθάρισον καρδίαν. 11 δὸς εὐωδίαν καὶ μνημόσυνον σεμιδάλεως καὶ λίπανον προσφορὰν ὡς μὴ ὑπάρχων. 12 καὶ ἰατρῷ δὸς τόπον, καὶ γὰρ αὐτὸν ἔκτισε Κύριος, καὶ μὴ ἀποστήτω σου, καὶ γὰρ αὐτοῦ χρεία. 13 ἔστι καιρὸς ὅτε καὶ ἐν χερσὶν αὐτῶν εὐοδία· 14 καὶ γὰρ αὐτοὶ Κυρίου δεηθήσονται, ἵνα εὐοδώσῃ αὐτοῖς ἀνάπαυσιν καὶ ἴασιν χάριν ἐμβιώσεως. 15 ὁ ἁμαρτάνων ἔναντι τοῦ ποιήσαντος αὐτὸν ἐμπέσοι εἰς χεῖρας ἰατροῦ».
Ἐκλεκτοί γιατροί κ. Γεώργιε Πατούλη καί κ. Στέφανε Φούσα σᾶς ἀγαπᾶμε καί ἐναγωνίως ἀναμένουμε τίς ἐκ τῆς μακρᾶς ἰατρικῆς ἀνθρωπιστικῆς καί χριστιανικῆς ἐμπειρίας σας τίς πολύ χρήσιμες ὁδηγίες σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Μπορείτε να δείτε τις προηγούμενες δημοσιεύσεις του ιστολογίου μας πατώντας το Παλαιότερες αναρτήσεις (δείτε δεξιά)